Το “The Great Gatsby” μας αφήνει ένα συναίσθημα … γλυκόπικρο, αλλά στο σύνολό της η ταινία ολόκληρη μας δημιουργεί την επιθυμία για ένα cocktail, ώστε να ταυτιστούμε με τους χαρακτήρες και την εποχή.
Το κοινό στοιχείο ανάμεσα στον Αμερικανό συγγραφέα F. Scott Fitzgerald και τον Αυστραλό σκηνοθέτη Baz Luhrmann είναι το όνομα The Great Gatsby. Ο πρώτος είναι ο συγγραφέας της νουβέλας που με αριστουργηματικό τρόπο και στυλ παρουσιάζει μία ιστορία αγάπης και προδοσίας σε μία πόλη της αμερικανικής επαρχίας, πιθανόν το Long Island, το καλοκαίρι του 1922. Ο δεύτερος αποφασίζει να οπτικοποιήσει και να εμφανίσει στις οθόνες μας τον Μάη του 2013 την ταινία, με πρωταγωνιστή τον Leonardo Di Caprio στο ρόλο του Great Gatsby και την Carey Mulligan στο ρόλο της ευαίσθητης Daisy. Το ξεχωριστό στυλ του σκηνοθέτη δεν λείπει και από αυτή του την προσπάθεια. Στο ενεργητικό του έχει μεταξύ άλλων ταινίες σταθμούς, όπως το Romeo + Juliet (1996) και το MoulinRouge! (2001), που μας προϊδεάζουν για φαντασμαγορικά πλάνα, τα οποία ο Luhrmann μας σερβίρει με μαεστρία από τις πρώτες σκηνές.
Η ταινία ακολουθεί τη ζωή ενός εκατομμυριούχου με το όνομα Jay Gatsby και του γείτονά του Nick, και τον τρόπο με τον οποίο ο ένας επηρεάζει τη ζωή του άλλου, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Η δύναμη της αγάπης του Gatsby για την Daisy είναι το βασικό συστατικό της ταινίας, μέσα από το οποίο γεννιούνται τα ερωτήματα: “όταν κάποιος νιώθει αυτό το συναίσθημα μέχρι που είναι ικανός να φτάσει;” και “τελικά υπάρχουν όρια;”. Οι πρωταγωνιστές της ταινίας δίνουν ρεσιτάλ ερμηνείας και ο σκηνοθέτης τους τοποθετεί αρκετά πειστικά σε μία περίοδο όπου η jazz μουσική αλλά και η καλλιτεχνική δημιουργία βρίσκεται στην ακμή της.
Την προσοχή μας αξίζει και το soundtrack του “The Great Gatsby” καθώς οι παραγωγοί καταφέρνουν να παντρέψουν την εποχή με μουσικά κομμάτια καινούρια αλλά και διασκευές παλιών. Στους τίτλους τέλους παρατηρούμε μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής βιομηχανίας να έχουν ντύσει τα πλάνα του σκηνοθέτη με μελωδικότατο τρόπο. Στον τομέα της αναγνώρισης, το φιλμ τα πήγε αρκετά καλά, σε ότι αφορά σε κριτική από το κοινό αλλά και από τους ειδικούς, κερδίζοντας αρκετά βραβεία, με μεγαλύτερα αυτά των Oscar Κοστουμιών και Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης.
Η ταινία διαδραματίζεται την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης, από το 1920 έως το 1933 όταν και κηρύχτηκε παράνομη με συνταγματική πρόνοια η παρασκευή, διακίνηση, εισαγωγή, εξαγωγή και πώληση αλκοολούχων ποτών. Οι ήρωες λόγω της καλής κοινωνικο-οικονομικής θέσης που κατέχουν, δείχνουν να μην επηρεάζονται από την κοινωνική ανωμαλία της εποχής και ζουν στην απόλυτη χλιδή. Ο συγγραφέας αποφασίζει να μας παρουσιάσει μία ερωτική ιστορία πάθους και αναζήτησης με ελάχιστη αναφορά στο θέμα της ποτοαπαγόρευσης. Ωστόσο, από την αρχή καταλαβαίνουμε πως το αλκοόλ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας. Είτε γιατί βρίσκεται στο χέρι του ήρωα όταν αυτός προσπαθεί να καταστρώσει την επόμενη κίνησή του, είτε εξαιτίας της κατάστασης ευθυμίας ή έντασης στην οποία βρίσκεται ο ήρωας από την κατανάλωση μερικών cocktail που περνούν συνεχόμενα από την οθόνη μας. Cocktail όπως το Dry Martini, Bee’s Knees και Aviation, τεράστια μπλοκ πάγου, punch bowls, φινετσάτα ποτήρια και άφθονο αλκοόλ περνούν συνεχώς μπροστά από τα μάτια μας και ο σκηνοθέτης κάνει τα πάντα για να προσδώσει μια αίγλη στην ιεροτελεστία της δημιουργίας (των κοκτέιλ) αλλά κυρίως στην πολυτέλεια της κατανάλωσής τους.
Οι τίτλοι τέλους του “The Great Gatsby” μας αφήνουν ένα συναίσθημα … γλυκόπικρο, αλλά σίγουρα η ταινία ολόκληρη μας δημιουργεί την επιθυμία για ένα cocktail, ώστε να ταυτιστούμε με τους χαρακτήρες και την εποχή.