Το Β2 bar, κοντά στην πλατεία Κλαυθμώνος, λειτουργεί όλη μέρα, παρέχοντας speciality καφέδες και brunch, σε έναν όμορφο χώρο σχεδιασμένο από τον Ολλανδό Joris Braat, “ντυμένο” με high-end ηχο-σύστημα και ψηφιδωτό πάτωμα από χιλιάδες κύβους πεύκου. Εμείς όμως, το επισκεφτήκαμε για τα κοκτέιλ του, τα οποία συνθέτουν ένα smashing bar menu.
φωτογραφίες: Βαγγέλης Πατσιαλός
“Ο ήχος μας κυβερνά. Τα σώματά μας είναι ικανά να συλλέγουν διαρκώς ηχητικά δεδομένα, μετατρέποντάς τα σε χρήσιμες πληροφορίες. Ένας ήχος μπορεί να καθοδηγήσει το επόμενο βήμα μας, να μας προειδοποιήσει για έναν κίνδυνο ή να μας κάνει να αντιληφθούμε πότε κάποιος είναι θυμωμένος. Εκτός από μία από τις πιο δυνατές αισθήσεις μας, ο ήχος, είναι ικανός να πυροδοτήσει άμεσα συναισθήματα. Ο James McLintock, επικεφαλής του προγράμματος Sound Research, τονίζει ότι “ο εγκέφαλός μας επεξεργάζεται διαρκώς ερεθίσματα που λαμβάνει όσο εμείς πίνουμε ή τρώμε, προκειμένου να συλλέξει όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες από την εκάστοτε εμπειρία. Και ο ήχος είναι ο βασικός παράγοντας αυτής της διαδικασίας , είτε γίνεται άμεσα αντιληπτό από εμάς είτε όχι”. Η μελέτη του αποκαλύπτει ότι ένας πιο διαπεραστικός ή πιο οξύς τόνος συνδέεται κυρίως με μία πιο όξινη γεύση, οι πιο “στρογγυλεμένοι” ενισχύουν τη γλυκύτητα, ενώ οι πιο χαμηλοί και στιβαροί τόνοι συνδέονται με τα πικρά και umami στοιχεία.”
Με αυτό το -πρωτότυπο για μενού- κείμενο, ξεκινά ο κατάλογος του B2 bar, ο οποίος βασίζεται σε αυτά τα δεδομένα, αναφορικά με τον ήχο, παρακινώντας τους επισκέπτες του να εντοπίσουν αυτό που ταιριάζει στη διάθεσή τους, ανάλογα πάντα και με τη μουσική.
Η ιδέα για τον διαχωρισμό του καταλόγου σε τρεις κατηγορίες, με βάση τον ήχο, ήταν του Bengoa, συνιδιοκτήτη του B2 και μουσικού παραγωγού. Τα κοκτέιλ των τριών κατηγοριών τα έχουν επιμεληθεί οι Νίκος Σωτηρόπουλος και Χρήστος Καριπίδης, με “διαμαντένια εμφυτεύματα” του Νίκου Αρβανίτη. Στο πάντρεμα της ιδιοσυγκρασίας των τριών τους, οφείλεται άλλωστε και η άκρως ενδιαφέρουσα λίστα ποτών που δίνει ιδιαίτερη έμφαση στα gin και τα ρούμια. Οι τρεις βασικές κατηγορίες, στις οποίες χωρίζονται τα κοκτέιλ του B2 bar είναι:
- Treble
- Mid
- Bass
Στην κατηγορία Treble, ανήκουν ποτά με ανεβασμένη την οξύτητά τους, τα οποία προσδοκούν να εντυπωσιάσουν με τη φρεσκάδα τους και τα πιο λεπτά τους χαρακτηριστικά. Δοκιμάσαμε το Sunshower (με ρούμι από την Antigua, bourbon, φυσικό χυμό ροδιού και Campari), το Shrill Twinker (με ένα overproof αγροτικό ρούμι από την Αϊτή συνδυασμένο με βοτανικά λικέρ και bitter στοιχεία) και το Pass Like Night (ένα κομψό ροζ sour με βάση το τζιν και το λικέρ μαστίχας Skinos).
Από την κατηγορία Mid, στην οποία ανήκουν οι πιο ολοκληρωμένες και “στρογγυλεμένες” προτάσεις, δοκιμάσαμε το Space Echo (με μείγμα ρουμιών, ανανά-lime, μπαχαρικά, aperol και Fernet Branca), το The Masker (συνδυασμός mezcal, τεντούρας, καρότου), το Surrender (με Broker’s Gin 47%, falernum, ginger beer, passion fruit) και το Sol Patrol (βασισμένο σε τεκίλα, εμπλουτισμένο με τροπικά και βοτανικά στοιχεία).
Στην τελευταία και πιο…βροντερή κατηγορία, εκείνη των μπάσων ήχων (Bass) περιλαμβάνονται οι πιο τολμηρές προτάσεις της ομάδας του B2 bar. Το Saw (με Barsol Pisco, λικέρ θυμάρι, ροζ γκρέιπφρουτ), το Sine (με amontillado sherry, πικραμύγδαλο και apricot brandy) και το Mastic Negroni (μια παραλλαγή του Negroni, επαυξημένη με λικέρ μαστίχας και σέλερι), αποτελούν όλα τους, πράγματι, τολμηρούς συνδυασμούς που – ανεξάρτητα από το τι ακούτε- εκτιμώ ότι αξίζει να δοκιμάσετε.