Θα μπορούσα να μιλάω ασταμάτητα, 50 μέρες για τις τελευταίες 50 μέρες, που έκατσα σπίτι. Γελάει ο κόσμος, το περπάτημα (με απόσταση από τους άλλους- εννοείται και με προσοχή και ευλάβεια) πήγε σύννεφο και το 4 και το 6 το “πήγα κορδέλα”). Αλλά εδώ ο φίλος, μου ‘πε να είμαι σύντομος και “να μην είμαι γιγής, που πουθενά δεν έχω όριο και τα ξεφτιλίζω όλα. Πολλές σκέψεις, πολλές δυσκολίες, οικονομικές ψυχικές, σωματικές, απ’ όλα είχε ο μπαξές… και πάνω από όλα πολλά τα “ζήτα”. Ο λογιστής μου με τραμπούκισε, μου λέει “χαλάρωσε, μη χτυπάς τα πάντα, θα στα πάρει η εφορία όλα. Αλλά το “ζήτα” αυτό ήταν δικό μου προσωπικό του Γιώργου. Του Γιγή, χωρίς μάσκα, (αν και τώρα όλοι φορέσαμε, θέλαμε-δεν-θέλαμε έτσι λίγο), καθαρά δικό μου ζήτα. Που πρέπει να τα χτυπάς όλα και όλα να μετράνε και όλα να σου μένουν. Και πήγε καλά. Τζίραρα δυνατά και έβαλα και στην άκρη. Έκανα τρομερή επένδυση. Αν έπαιζα fantasy football θα ‘χα ομαδάρα. Μου ‘κανε καλό και το κρατάω. Και σε πολλούς από μας. Ειδικά σε αυτούς που δουλεύουν στην εστίαση, στη νύχτα που λένε (κακιά λέξη η νύχτα και σκληρή, να μην τη λέτε). Κοιμάμαι 00:30 το αργότερο και σηκώνομαι 07:00 (έχει να παίξει παρεάκι ένα γρήγορο διωράκι με τις ευπαθείς ομάδες από βδομάδα και μετά έτοιμος για δουλειά) και είμαι καλά.
Πάμε στο ρομάντζο τώρα γιατί παραπάνω έκανα αστειάκια. Πέρασαν 50 μέρες μέχρι να ξαναμπώ στο μαγαζί μου, γιατί πλέον είμαι και owner εεεε (γελάνε κάποιοι πάλι, αλλά όχι όλος ο κόσμος). Είπαμε να ανοίξουμε. Πάω λοιπόν πρώτη μέρα, ανοίγω μόνος ( η αλήθεια είναι ότι πήγαινα τουλάχιστον 3-4 φορές τη βδομάδα, να τσεκάρω ψυγεία, αλληλογραφία και να “νιώσω λίγο το μαγαζί”, έστω και κλειστό, έστω και άδειο, έστω σκοτεινό με ήχο μόνο από τα μοτέρ των ψυγείων και του “pink noise” -όπως το λέμε εμείς οι γνώστες, (που είχαμε ξεχάσει τους ενισχυτές ανοιχτούς. Μετά τους έκλεισα και μείναν μόνο τα ψυγεία) έστω… έστω … έστω. Ανοίγω φώτα, μηχανή του καφέ κτλ. Μοιράζω “καλημέρες” στη γειτονιά (όποιος με ξέρει, ξέρει ότι είμαι πολύ δυνατός στις καλημέρες και στις καλησπέρες, καληνυχτάκιας δεν ήμουν πότε) και ξεκινάω. Φτιάχνω ένα καφεδάκι για μένα (μετά από αρκετά χρόνια) και ξεκινάω προετοιμασία, γιατί θα δίνουμε και κοκτειλάκια πακέτο. Σιρόπια, δυόσμο, ξεπαγώματα, γαρνιτούρες, καθαρίσματα, πλύσιμο, φρούτα με σαπούνια, να φύγει η κορώνα από πάνω τους, γιατί είμαστε και σωστοί πάνω από όλα, στηψίματα. Κάνω κάτι καφεδάκια σε κάποιους “6ριδες”, που περπατάνε στη γειτονιά, την κυρία από τον 3, την κοπέλα από το ταμείο του οκ (και εννοείται ότι έγινε φασούλα). Έχει περάσει μιάμιση ώρα, χωρίς να καταλάβω τίποτα. Είχα καιρό να μπω πίσω από το μπαρ. Είχα ξεχάσει πόσο ωραία είναι και πόσο καλά το κάνω (εδώ να δεις πόσο γελάει ο κόσμος, αλλά η αλήθεια είναι ότι το έκανα πολύ καλά) και πέρασα πολύ όμορφα. Πραγματικά ήταν πολύ όμορφα και το λέω ειλικρινά. Και εύχομαι σε όλα τα παιδιά, όταν ξαναέχουν την ευκαιρία να μπούνε πάλι στα πόστα τους να το ευχαριστηθούν και να χαρούν όπως εγώ (πολύ δηλαδή). Πάμε πάλι ξανά, δυνατά, όμορφα και δημιουργικά. Όλοι μαζί ενωμένοι (επιτέλους) σε αυτή τη βιομηχανία της φιλοξενίας, που αποδεικνύουμε σαν χώρα ΟΛΟΙ που ζούμε σε αυτήν, πόσο καλοί είμαστε, πόσο μας ταιριάζει και μας αρέσει. Κρατάτε το κεφάλι σας ψηλά. Να ‘στε πάντα χαρούμενοι και ενωμένοι. Θα το ξεπεράσουμε και αυτό. Να με ακούτε εμένα.
Γιώργος Γιγής
Frater & Soror - co owner
ΣΧΕΤΙΚΑ ΒΙΝΤΕΟ: